Σοκάρουν τα όσα ακούστηκαν στο ακροατήριο του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Ηρακλείου σε σχέση με τους πλημμελείς έως και ανύπαρκτους ελέγχους για την καλή λειτουργία και συντήρηση των αναπνευστικών συσκευών που χρησιμοποιούν οι πυροσβέστες κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Αυτό που ειπώθηκε είναι ότι πυροσβέστες κινδυνεύουν να χάσουν την ζωή τους όχι λόγω κάποιας δύσκολης φωτιάς αλλά γιατί στην κρίσιμη φάση της επιχείρησης η ζωή τους εξαρτάται από αναπνευστικές συσκευές που έχουν μετατραπεί σε «τοξικές βόμβες».
Με ποσοστό 90% αναπηρίας, 41χρονος αρχιπυροσβέστης τα τελευταία χρόνια έχει επιδοθεί σε έναν επίπονο αγώνα δικαίωσης αλλά και προστασίας των συναδέλφων του. «Εγώ έχω πια καταστραφεί. Να μην καταστραφούν άλλοι συνάδελφοι αγωνίζομαι» είπε απευθυνόμενος στην έδρα συναισθηματικά φορτισμένος.
Εισέπνευσε τοξικά αέρια
Η περιπέτεια ξεκίνησε το 2012 όταν μαζί με άλλους συναδέλφους του κλήθηκε να συμμετάσχει σε άσκηση εκτάκτου ανάγκης που είχε διοργανώσει η 3η ΕΜΑΚ Κρήτης σε συνεργασία με το Αρχηγείο της πυροσβεστικής. Ο 41χρονος, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, κάνοντας χρήση της αναπνευστικής συσκευής χαλύβδινου τύπου που του χορηγήθηκε, αισθάνθηκε έντονη δυσφορία και δύσπνοια κατά τις πρώτες εισπνοές που πραγματοποίησε μέσω της εν λόγω φιάλης.
Με την ολοκλήρωση της άσκησης, το ίδιο βράδυ υπέστη καρδιακό επεισόδιο και μεταφέρθηκε αρχικά στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο και στην συνέχεια στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου με διάγνωση ισχαιμική καρδιοπάθεια με εμμένουσα περικαρδίτιδα. Αναφέρεται ότι η εν λόγω πάθηση προκλήθηκε στον παθόντα λόγω εισδοχής-εισπνοής τοξικών αερίων από την αναπνευστική συσκευή που χρησιμοποίησε, η οποία ήταν πλημμελώς συντηρημένη και δεν είχε υποστεί τους απαιτούμενους περιοδικούς ελέγχους προς πιστοποίηση καταλληλότητας και καλής λειτουργίας της και δεν έφερε την αναγκαία εγχάρακτη σήμανση.
Επισημαίνεται ακόμα ότι η χρήση της εν λόγω ακατάλληλης αναπνευστικής φιάλης σε συνδυασμό με την προϋφιστάμενη στεφανιαία νόσο που αυτός παρουσίαζε αλλά και την εισπνοή υγρής αμμωνίας που υπήρχε στον χώρο της άσκησης, προξένησαν σε αυτόν βλάβη στην υγεία του.
«Κατηγορούμαστε άδικα»
Για την υπόθεση παραπέμπονται στο εδώλιο τέσσερις συνάδελφοι του από την 3η ΕΜΑΚ Κρήτης, οι οποίοι αντιμετωπίζουν την κατηγορία της σωματικής βλάβης από αμέλεια από υπόχρεο. Και οι τέσσερις αρνούνται την κατηγορία, προβάλλοντας μία σειρά επιχειρημάτων. Πρόκειται για αξιωματικούς, οι οποίοι έχουν δώσει και την ψυχή τους στην υπηρεσία του πολίτη μέσα από εξαιρετικά δύσκολα περιστατικά διάσωσης και έρευνας, και αυτό καθιστά ακόμα πιο δραματική την υπό εκδίκαση υπόθεση. Τους αποδίδεται ότι «παρέλειψαν να μεριμνήσουν για την ορθή συντήρηση και καλή λειτουργία των αναπνευστικών συσκευών της 3ης ΕΜΑΚ καθώς και για την πραγματοποίηση των απαραίτητων περιοδικών ελέγχων σε αυτές, αν και είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς τούτο εκ της φύσεως των υπηρεσιακών ιδιοτήτων τους και των εκ του νόμου απορρεουσών αρμοδιοτήτων τους».
Κατηγορούνται ακόμα ότι παρέλειψαν να μεριμνήσουν για την αντικατάσταση του περιεχομένου αέρα των αναπνευστικών φιαλών κατά τα οριζόμενα, τον έλεγχο της ποιότητας του αναπνεύσιμου αέρα των φιαλών με ειδικά όργανα ως προβλέπεται από τα διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα, την προμήθεια ειδικών πιστοποιημένων αεροσυμπιεστών προς πλήρωση των αναπνευστικών συσκευών, την πιστοποίηση του προσωπικού στο οποίο είχε ανατεθεί η πλήρωση φιαλών και τη διενέργεια υδροστατικού ελέγχου, ενώ παράλληλα δεν προέβησαν στην τήρηση βιβλίων-μητρώων φιαλών όπου θα καταγράφονται ο αριθμός της φιάλης, ο αριθμός ελέγχου και επανελέγχου των φιαλών και αεροσυμπιεστών προκειμένου να είναι εφικτός ο έλεγχος του ακριβούς χρονικού σημείου επανάληψης των απαιτούμενων περιοδικών ελέγχων στις φιάλες.
Αυτό που ειπώθηκε κατά την ακροαματική διαδικασία είναι ότι από πλευράς ΕΜΑΚ είχαν ελεγχθεί δύο ημέρες πριν από την άσκηση όλες οι φιάλες που διέθετε η συγκεκριμένη υπηρεσία, όμως λόγω του μεγάλου αριθμού των συμμετεχόντων «επιστρατεύτηκαν» φιάλες και από άλλους χώρους π.χ του αεροδρομίου.
Υπερτονίστηκε ότι δεν τηρούνταν η διαδικασία συντήρησης και ελέγχου, σύμφωνα με τους προβλεπόμενους κανονισμούς ασφαλείας, όχι μόνο σε τοπικό επίπεδο αλλά πανελλαδικά.
Μετά το τραγικό περιστατικό και αφού έγιναν αλλεπάλληλες αναφορές, εκδόθηκε εγκύκλιο με την οποία δινόταν διαταγή να ελεγχθούν εκατοντάδες φιάλες σε πυροσβεστικές υπηρεσίες ανά την Ελλάδα. Και σε τοπικό επίπεδο αρκετές χαλύβδινες συσκευές που ελέγχθηκαν, αποσύρθηκαν λόγω ακαταλληλότητας. Διαπιστώθηκε ακόμα ότι κάποιες από τις φιάλες, παραγωγής από το 1992 έως το 2002, δεν έφεραν καν την εγχάρακτη σήμανση.
Με βάση τις περιγραφές του 41χρονου και των εγγράφων που προσκομίστηκαν, ο εισαγγελέας έδρας χαρακτήρισε «ρώσικη ρουλέτα» την χρήση των αναπνευστικών συσκευών με βάση πάντα τα καταγγελλόμενα για τους σχεδόν ανύπαρκτους ελέγχους συντήρησης.
Και ρωτώντας to the point ο εισαγγελικός λειτουργός αναρωτήθηκε γιατί ο 41χρονος δεν κινήθηκε εναντίον των υψηλά ιστάμενων. Αυτό ήταν και ένα ερώτημα που αιωρούνταν στο ακροατήριο. «Αν δεν μπορούμε να πιάσουμε τους υψηλά ιστάμενους, δεν μπορούμε να βρίσκουμε κατώτερους και να τους καθιστούμε ποινικά υπεύθυνους;» σχολίασε.
Ο αρχιπυροσβέστης απάντησε ότι το θέμα του έχει φθάσει μέχρι την Βουλή ενώ ανέφερε ότι έχει αποστείλει εξώδικα στα υπουργεία Εσωτερικών και Προστασίας του Πολίτη αλλά και στον Αρχηγό της Πυροσβεστικής.
Αναμφισβήτητα πρόκειται για μία εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση, την οποία διερευνά ενδελεχώς το δικαστήριο προκειμένου να αποδώσει δικαιοσύνη και έναντι του 41χρονου αλλά και έναντι των τεσσάρων κατηγορουμένων, οι οποίοι βρίσκονται σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση καθώς πιστεύουν ακράδαντα ότι βρίσκονται άδικα στο εδώλιο.
Αυτό που συζητείται εκτός δικαστικής αιθούσης αλλά ουσιαστικά ειπώθηκε με εύσχημο τρόπο και κατά την ακροαματική διαδικασία, είναι ότι ουσιαστικά αποτέλεσαν τα «εξιλαστήρια θύματα». Η ακροαματική διαδικασία διέκοψε για τις 19 Οκτωβρίου και συνεχίζεται με την εξέταση μαρτύρων.
Αυτό που ειπώθηκε είναι ότι πυροσβέστες κινδυνεύουν να χάσουν την ζωή τους όχι λόγω κάποιας δύσκολης φωτιάς αλλά γιατί στην κρίσιμη φάση της επιχείρησης η ζωή τους εξαρτάται από αναπνευστικές συσκευές που έχουν μετατραπεί σε «τοξικές βόμβες».
Με ποσοστό 90% αναπηρίας, 41χρονος αρχιπυροσβέστης τα τελευταία χρόνια έχει επιδοθεί σε έναν επίπονο αγώνα δικαίωσης αλλά και προστασίας των συναδέλφων του. «Εγώ έχω πια καταστραφεί. Να μην καταστραφούν άλλοι συνάδελφοι αγωνίζομαι» είπε απευθυνόμενος στην έδρα συναισθηματικά φορτισμένος.
Εισέπνευσε τοξικά αέρια
Η περιπέτεια ξεκίνησε το 2012 όταν μαζί με άλλους συναδέλφους του κλήθηκε να συμμετάσχει σε άσκηση εκτάκτου ανάγκης που είχε διοργανώσει η 3η ΕΜΑΚ Κρήτης σε συνεργασία με το Αρχηγείο της πυροσβεστικής. Ο 41χρονος, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, κάνοντας χρήση της αναπνευστικής συσκευής χαλύβδινου τύπου που του χορηγήθηκε, αισθάνθηκε έντονη δυσφορία και δύσπνοια κατά τις πρώτες εισπνοές που πραγματοποίησε μέσω της εν λόγω φιάλης.
Με την ολοκλήρωση της άσκησης, το ίδιο βράδυ υπέστη καρδιακό επεισόδιο και μεταφέρθηκε αρχικά στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο και στην συνέχεια στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου με διάγνωση ισχαιμική καρδιοπάθεια με εμμένουσα περικαρδίτιδα. Αναφέρεται ότι η εν λόγω πάθηση προκλήθηκε στον παθόντα λόγω εισδοχής-εισπνοής τοξικών αερίων από την αναπνευστική συσκευή που χρησιμοποίησε, η οποία ήταν πλημμελώς συντηρημένη και δεν είχε υποστεί τους απαιτούμενους περιοδικούς ελέγχους προς πιστοποίηση καταλληλότητας και καλής λειτουργίας της και δεν έφερε την αναγκαία εγχάρακτη σήμανση.
Επισημαίνεται ακόμα ότι η χρήση της εν λόγω ακατάλληλης αναπνευστικής φιάλης σε συνδυασμό με την προϋφιστάμενη στεφανιαία νόσο που αυτός παρουσίαζε αλλά και την εισπνοή υγρής αμμωνίας που υπήρχε στον χώρο της άσκησης, προξένησαν σε αυτόν βλάβη στην υγεία του.
«Κατηγορούμαστε άδικα»
Για την υπόθεση παραπέμπονται στο εδώλιο τέσσερις συνάδελφοι του από την 3η ΕΜΑΚ Κρήτης, οι οποίοι αντιμετωπίζουν την κατηγορία της σωματικής βλάβης από αμέλεια από υπόχρεο. Και οι τέσσερις αρνούνται την κατηγορία, προβάλλοντας μία σειρά επιχειρημάτων. Πρόκειται για αξιωματικούς, οι οποίοι έχουν δώσει και την ψυχή τους στην υπηρεσία του πολίτη μέσα από εξαιρετικά δύσκολα περιστατικά διάσωσης και έρευνας, και αυτό καθιστά ακόμα πιο δραματική την υπό εκδίκαση υπόθεση. Τους αποδίδεται ότι «παρέλειψαν να μεριμνήσουν για την ορθή συντήρηση και καλή λειτουργία των αναπνευστικών συσκευών της 3ης ΕΜΑΚ καθώς και για την πραγματοποίηση των απαραίτητων περιοδικών ελέγχων σε αυτές, αν και είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς τούτο εκ της φύσεως των υπηρεσιακών ιδιοτήτων τους και των εκ του νόμου απορρεουσών αρμοδιοτήτων τους».
Κατηγορούνται ακόμα ότι παρέλειψαν να μεριμνήσουν για την αντικατάσταση του περιεχομένου αέρα των αναπνευστικών φιαλών κατά τα οριζόμενα, τον έλεγχο της ποιότητας του αναπνεύσιμου αέρα των φιαλών με ειδικά όργανα ως προβλέπεται από τα διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα, την προμήθεια ειδικών πιστοποιημένων αεροσυμπιεστών προς πλήρωση των αναπνευστικών συσκευών, την πιστοποίηση του προσωπικού στο οποίο είχε ανατεθεί η πλήρωση φιαλών και τη διενέργεια υδροστατικού ελέγχου, ενώ παράλληλα δεν προέβησαν στην τήρηση βιβλίων-μητρώων φιαλών όπου θα καταγράφονται ο αριθμός της φιάλης, ο αριθμός ελέγχου και επανελέγχου των φιαλών και αεροσυμπιεστών προκειμένου να είναι εφικτός ο έλεγχος του ακριβούς χρονικού σημείου επανάληψης των απαιτούμενων περιοδικών ελέγχων στις φιάλες.
Αυτό που ειπώθηκε κατά την ακροαματική διαδικασία είναι ότι από πλευράς ΕΜΑΚ είχαν ελεγχθεί δύο ημέρες πριν από την άσκηση όλες οι φιάλες που διέθετε η συγκεκριμένη υπηρεσία, όμως λόγω του μεγάλου αριθμού των συμμετεχόντων «επιστρατεύτηκαν» φιάλες και από άλλους χώρους π.χ του αεροδρομίου.
Υπερτονίστηκε ότι δεν τηρούνταν η διαδικασία συντήρησης και ελέγχου, σύμφωνα με τους προβλεπόμενους κανονισμούς ασφαλείας, όχι μόνο σε τοπικό επίπεδο αλλά πανελλαδικά.
Μετά το τραγικό περιστατικό και αφού έγιναν αλλεπάλληλες αναφορές, εκδόθηκε εγκύκλιο με την οποία δινόταν διαταγή να ελεγχθούν εκατοντάδες φιάλες σε πυροσβεστικές υπηρεσίες ανά την Ελλάδα. Και σε τοπικό επίπεδο αρκετές χαλύβδινες συσκευές που ελέγχθηκαν, αποσύρθηκαν λόγω ακαταλληλότητας. Διαπιστώθηκε ακόμα ότι κάποιες από τις φιάλες, παραγωγής από το 1992 έως το 2002, δεν έφεραν καν την εγχάρακτη σήμανση.
Με βάση τις περιγραφές του 41χρονου και των εγγράφων που προσκομίστηκαν, ο εισαγγελέας έδρας χαρακτήρισε «ρώσικη ρουλέτα» την χρήση των αναπνευστικών συσκευών με βάση πάντα τα καταγγελλόμενα για τους σχεδόν ανύπαρκτους ελέγχους συντήρησης.
Και ρωτώντας to the point ο εισαγγελικός λειτουργός αναρωτήθηκε γιατί ο 41χρονος δεν κινήθηκε εναντίον των υψηλά ιστάμενων. Αυτό ήταν και ένα ερώτημα που αιωρούνταν στο ακροατήριο. «Αν δεν μπορούμε να πιάσουμε τους υψηλά ιστάμενους, δεν μπορούμε να βρίσκουμε κατώτερους και να τους καθιστούμε ποινικά υπεύθυνους;» σχολίασε.
Ο αρχιπυροσβέστης απάντησε ότι το θέμα του έχει φθάσει μέχρι την Βουλή ενώ ανέφερε ότι έχει αποστείλει εξώδικα στα υπουργεία Εσωτερικών και Προστασίας του Πολίτη αλλά και στον Αρχηγό της Πυροσβεστικής.
Αναμφισβήτητα πρόκειται για μία εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση, την οποία διερευνά ενδελεχώς το δικαστήριο προκειμένου να αποδώσει δικαιοσύνη και έναντι του 41χρονου αλλά και έναντι των τεσσάρων κατηγορουμένων, οι οποίοι βρίσκονται σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση καθώς πιστεύουν ακράδαντα ότι βρίσκονται άδικα στο εδώλιο.
Αυτό που συζητείται εκτός δικαστικής αιθούσης αλλά ουσιαστικά ειπώθηκε με εύσχημο τρόπο και κατά την ακροαματική διαδικασία, είναι ότι ουσιαστικά αποτέλεσαν τα «εξιλαστήρια θύματα». Η ακροαματική διαδικασία διέκοψε για τις 19 Οκτωβρίου και συνεχίζεται με την εξέταση μαρτύρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου