Στα «ψιλά» της ειδησεογραφίας επέρασε το γεγονός ότι την παρελθούσα εβδομάδα, τον Αχμέτ Νταβούτογλου, συνόδευαν στο επίσημο ταξίδι του στην Σαουδική Αραβία ο αρχηγός των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Χουλουσί Ακάρ και ο διοικητής της πανίσχυρης μυστικής υπηρεσίας ΜΙΤ Χακάν Φυντάν. Φαίνεται όμως ότι οι δύο αυτοί άνδρες είχαν πολύ πιο σημαντικές επαφές στο Ρυάντ, από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό τους. Οι συναντήσεις αυτές αυτές δεν απετέλεσαν έκπληξη για όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις στην Μέση Ανατολή. Ιδιαιτέρως μάλιστα, κατά την τρέχουσα περίοδο που η Σαουδική Αραβία ηγείται της σουνιτικής πλευράς στον υποβόσκοντα ισλαμικό εμφύλιο.
Οι υπόγειες διαδρομές μεταξύ Ρυάντ και Αγκύρας απεκαλύφθησαν λίγα μόλις χρόνια μετά την σταθεροποίηση του Ταγίπ Ερντογάν στην Κυβέρνηση της Τουρκίας. Και παρ' ότι οι δύο πλευρές είχαν έναν αταβιστικό ανταγωνισμό για τα πρωτεία στον μουσουλμανικό κόσμο, τους ένωνε η κοινή προσπάθεια υποβαθμίσεως του ρόλου της Αιγύπτου την οποία σε διαφορετικά πεδία ο καθένας, θεωρούσαν επικίνδυνο αντίπαλο.
Για τους Τούρκους, οι Αιγύπτιοι ήσαν μια ισχυρή μουσουλμανική χώρα, με σχεδόν κοσμικού τύπου διακυβέρνηση που ανέκαθεν αμφισβητούσε την θέση τους και έθετε φραγμούς στα σχέδιά τους για την ανατολική Μεσόγειο. Οι Σαουδάραβες εξ άλλου, διεκδικούν την πρωτοκαθεδρία στο ισλάμ, ως χώρα καταγωγής του Προφήτου και ως θεματοφύλακες των προσκυνημάτων της Μέκκας. Παρ' όλα ταύτα όμως ουδέποτε ανέδειξαν μια θεολογική σχολή ικανή να αμφισβητήσει την αίγλη που δικαίως απολαμβάνει το Πανεπιστήμιο του Καΐρου στον μουσουλμανικό κόσμο. Δεν έρχονται κάν δεύτεροι, καθώς την θέση αυτή κατέχει το θεολογικό Πανεπιστήμιο της Βαγδάτης. Να σημειωθεί δε, ότι σε αυτό στέλνουν οι Τούρκοι τους δικούς τους μουφτήδες, θέλοντας να αποφύγουν το Κάιρο.
Είναι ίσως οξύμωρο ότι τις τρεις αυτές χώρες (Αίγυπτο, Τουρκία, Σαουδική Αραβία) η αμερικανική πολιτική εξακολουθεί να καταγράφει ως «χώρες-στυλοβάτες» των δυτικών συμφερόντων στην Μέση Ανατολή. Είναι και αυτή μια αταβιστική προσέγγισις που ανάγεται στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Και δυστυχώς, στην διεθνή πολιτική υπάρχουν τεράστιες δυνάμεις αδρανείας που καθιστούν την προσαρμογή στην πραγματικότητα εξαιρετικά δύσκολη, ακόμη και για μεγάλες χώρες.
Τα τελευταία χρόνια, η μοναδική περίοδος κατά την οποία οι σχέσεις της Τουρκίας και της Σαουδικής Αραβίας με την Αίγυπτο ήσαν ειλικρινώς φιλικές, ήταν εκείνη κατά την οποία στο Κάιρο είχε επικρατήσει η εξαιρετικώς αντιαμερικανική «μουσουλμανική αδελφότης» του προέδρου Μόρσι.
Οι «ειδικές σχέσεις» τόσο της Αγκύρας όσο και του Ρυάντ, με τι ισλαμικό μόρφωμα του ISIS είναι μια νέα παράμετρος την οποία μέχρι στιγμής η αμερικανική πολιτική δεν έχει ακουμπήσει. Νομοτελειακώς όμως η βαθμιαία αποκατάστασις των σχέσεων με το Ιράν θα οδηγήσει σε συνολική αναθεώρηση των προσεγγίσεων της Δύσεως και εκεί. Και τούτο δεν είναι άσχετο προς το γεγονός ότι περίπου την ίδια περίοδο που άρχιζε η άρσις των κυρώσεων προς την Τεχεράνη, ο βασιλεύς της Σαουδικής Αραβίας επανελάμβανε ότι στόχος της πολιτικής του είναι να θέσει φραγμό στην επέκταση «των σιιτών του Ιράν».
Άλλωστε οι Ιρανοί, είναι μόνοι εκτός από τους Κούρδους που έδωσαν πραγματικές μάχες στο έδαφος του Ιράκ και της Συρίας, απέναντι στον στρατό του Χαλιφάτου. Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο αυτό έχει ενοχλήσει τους πάτρωνες του ISIS στην Άγκυρα και στο Ρυάντ.
Βεβαίως, οπουδήποτε εμπλέκεται το Ιράν, προκαλείται αυτομάτως αντίδρασις του Ισραήλ. Όμως ποτέ τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται. Σε αντίθεση με ό,τι θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος που δεν γνωρίζει εις βάθος την κατάσταση, στην βουλή του Ιράν μετέχουν 26 Εβραίοι βουλευτές, ενώ στην Τεχεράνη λειτουργούν κανονικά αρκετές συναγωγές (όπως άλλωστε και ο Ελληνορθόδοξος ναός της Ευαγγελιστρίας)!
ανάλυσή στην Εστία του
Euthymius Petrou
Οι υπόγειες διαδρομές μεταξύ Ρυάντ και Αγκύρας απεκαλύφθησαν λίγα μόλις χρόνια μετά την σταθεροποίηση του Ταγίπ Ερντογάν στην Κυβέρνηση της Τουρκίας. Και παρ' ότι οι δύο πλευρές είχαν έναν αταβιστικό ανταγωνισμό για τα πρωτεία στον μουσουλμανικό κόσμο, τους ένωνε η κοινή προσπάθεια υποβαθμίσεως του ρόλου της Αιγύπτου την οποία σε διαφορετικά πεδία ο καθένας, θεωρούσαν επικίνδυνο αντίπαλο.
Για τους Τούρκους, οι Αιγύπτιοι ήσαν μια ισχυρή μουσουλμανική χώρα, με σχεδόν κοσμικού τύπου διακυβέρνηση που ανέκαθεν αμφισβητούσε την θέση τους και έθετε φραγμούς στα σχέδιά τους για την ανατολική Μεσόγειο. Οι Σαουδάραβες εξ άλλου, διεκδικούν την πρωτοκαθεδρία στο ισλάμ, ως χώρα καταγωγής του Προφήτου και ως θεματοφύλακες των προσκυνημάτων της Μέκκας. Παρ' όλα ταύτα όμως ουδέποτε ανέδειξαν μια θεολογική σχολή ικανή να αμφισβητήσει την αίγλη που δικαίως απολαμβάνει το Πανεπιστήμιο του Καΐρου στον μουσουλμανικό κόσμο. Δεν έρχονται κάν δεύτεροι, καθώς την θέση αυτή κατέχει το θεολογικό Πανεπιστήμιο της Βαγδάτης. Να σημειωθεί δε, ότι σε αυτό στέλνουν οι Τούρκοι τους δικούς τους μουφτήδες, θέλοντας να αποφύγουν το Κάιρο.
Είναι ίσως οξύμωρο ότι τις τρεις αυτές χώρες (Αίγυπτο, Τουρκία, Σαουδική Αραβία) η αμερικανική πολιτική εξακολουθεί να καταγράφει ως «χώρες-στυλοβάτες» των δυτικών συμφερόντων στην Μέση Ανατολή. Είναι και αυτή μια αταβιστική προσέγγισις που ανάγεται στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Και δυστυχώς, στην διεθνή πολιτική υπάρχουν τεράστιες δυνάμεις αδρανείας που καθιστούν την προσαρμογή στην πραγματικότητα εξαιρετικά δύσκολη, ακόμη και για μεγάλες χώρες.
Τα τελευταία χρόνια, η μοναδική περίοδος κατά την οποία οι σχέσεις της Τουρκίας και της Σαουδικής Αραβίας με την Αίγυπτο ήσαν ειλικρινώς φιλικές, ήταν εκείνη κατά την οποία στο Κάιρο είχε επικρατήσει η εξαιρετικώς αντιαμερικανική «μουσουλμανική αδελφότης» του προέδρου Μόρσι.
Οι «ειδικές σχέσεις» τόσο της Αγκύρας όσο και του Ρυάντ, με τι ισλαμικό μόρφωμα του ISIS είναι μια νέα παράμετρος την οποία μέχρι στιγμής η αμερικανική πολιτική δεν έχει ακουμπήσει. Νομοτελειακώς όμως η βαθμιαία αποκατάστασις των σχέσεων με το Ιράν θα οδηγήσει σε συνολική αναθεώρηση των προσεγγίσεων της Δύσεως και εκεί. Και τούτο δεν είναι άσχετο προς το γεγονός ότι περίπου την ίδια περίοδο που άρχιζε η άρσις των κυρώσεων προς την Τεχεράνη, ο βασιλεύς της Σαουδικής Αραβίας επανελάμβανε ότι στόχος της πολιτικής του είναι να θέσει φραγμό στην επέκταση «των σιιτών του Ιράν».
Άλλωστε οι Ιρανοί, είναι μόνοι εκτός από τους Κούρδους που έδωσαν πραγματικές μάχες στο έδαφος του Ιράκ και της Συρίας, απέναντι στον στρατό του Χαλιφάτου. Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο αυτό έχει ενοχλήσει τους πάτρωνες του ISIS στην Άγκυρα και στο Ρυάντ.
Βεβαίως, οπουδήποτε εμπλέκεται το Ιράν, προκαλείται αυτομάτως αντίδρασις του Ισραήλ. Όμως ποτέ τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται. Σε αντίθεση με ό,τι θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος που δεν γνωρίζει εις βάθος την κατάσταση, στην βουλή του Ιράν μετέχουν 26 Εβραίοι βουλευτές, ενώ στην Τεχεράνη λειτουργούν κανονικά αρκετές συναγωγές (όπως άλλωστε και ο Ελληνορθόδοξος ναός της Ευαγγελιστρίας)!
ανάλυσή στην Εστία του
Euthymius Petrou
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου